- Πραιτέξτατος
- Πραιτέξτατοςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πραιτέξτατος — ὁ, Α ο περιβεβλημένος με τη ρωμαϊκή τήβεννο. [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. praetextatus < praetexta (βλ. λ. πραιτέξτα)] … Dictionary of Greek
Πραιτεξτάτου — Πραιτέξτατος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πραιτέξτατον — Πραιτέξτατος masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ατήιος — Όνομα ιστορικών προσώπων της ρωμαïκής εποχής. 1. Α. Γάιος Καπίτων (1oς αι. π.Χ.). Δήμαρχος της Ρώμης. Είχε ταχθεί αρχικά εναντίον της τριανδρίας, που αποτελούσαν ο Καίσαρας και οι δύο ύπατοί του Πομπήιος και Κράσος, όμως αργότερα πήγε με το μέρος … Dictionary of Greek